Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2006

Παλαιστινιακή Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας: Φέρνει λύσεις;

Του Nassar Ibrahim*, Alternative Information Center (AIC) Δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2006

Μετά την αναπάντεχη νίκη της στις εκλογές του Παλαιστινιακού Νομοθετικού Συμβουλίου , η Χαμάς βρέθηκε αντιμέτωπη με εξαιρετικά σοβαρές πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές υποχρεώσεις. Το αρχικό μετεκλογικό σοκ τάραξε την ισορροπία πολλών, οδηγώντας σε μια αντίδραση που δεν έγινε αντιμετωπίστηκε προσεκτικά. Αυτό οδήγησε σε σύγχυση, μη ρεαλιστικές προσδοκίες και προκάλεσε πολιτική παράλυση και χάος. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν η κοινωνική και πολιτική κρίση, φέρνοντας την κατάσταση στο χείλος της έκρηξης. Έκπληκτη με την εκλογική της νίκη, η Χαμάς ανέβασε τις προσδοκίες της, θεωρώντας ότι έλαβε απόλυτη εντολή να κάνει πολιτικές, κοινωνικές και ιστορικές μεταρρυθμίσεις στην παλαιστινιακή σκηνή. Επιπλέον η Χαμάς πίστεψε ότι η επιτυχία εγγυούνταν τον απόλυτο έλεγχό της πάνω στην παλαιστινιακή ατζέντα και τη νομιμοποιούσε να παρακάμψει ό,τι ερχόταν σε αντίθεση με το δικό της όραμα. Αυτή η πεποίθηση αντικατοπτρίζεται στη θέση της Χαμάς απέναντι στην ΟΑΠ και στην επιμονή της να ανασχηματιστεί η ΟΑΠ για να ταιριάζει με τα εκλογικά αποτελέσματα στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Η Χαμάς δεν συνειδητοποίησε ότι η νίκη της δεν ήταν απόλυτη εντολή, αλλά αντί γι’ αυτό αντανακλούσε τη σύγχυση και την απελπισία του παλαιστινιακού λαού καθώς και την αναζήτηση λύσεων. Επομένως, είτε το αναγνωρίζει είτε όχι, η νομιμοποίηση της Χαμάς μετά την εκλογική της νίκη βασίζεται στην ικανότητά της να διαχειριστεί τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές υποχρεώσεις της. Η αποτυχία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις αυτές θα της στερούσε τη νομιμοποίησή της. Οι σημερινές συνθήκες απαιτούν την ικανότητα εκτέλεσης ελιγμών, ξεπεράσματος δυσκολιών και εντάσεων και αποφυγής καθολικών συγκρούσεων. Η υποτίμηση των περίπλοκων παλαιστινιακών και διεθνών δυναμικών, και των προκλήσεων του αγώνα στην Παλαιστίνη, συγγενεύει με μια άβυσσο ιδεολογικής ρητορικής πάνω από την ουσία- τελικά υπάρχουν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η Χαμάς χρειαζόταν την εμπειρία των τελευταίων μηνών για να ξεπεράσει την ευφορία της εκλογικής της επιτυχίας και να παραδεχτεί ότι δεν είναι ικανή να αντιμετωπίσει μόνη της τις υποχρεώσεις του Παλαιστινιακού ζητήματος. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα εγγυούνταν μια έξοδο από την κρίση. Επιπλέον μπόρεσε πλέον να καταλάβει ότι πρέπει να χαμηλώσει τις προσδοκίες της, να επιτρέψει τη συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις και να κάνει συμβιβασμούς.

Η Φατάχ μετά το σοκ των εκλογών

Μετά τις εκλογές η Φατάχ έπεσε σε μια κατάσταση σύγχυσης, ικανή μόνο να συλλάβει επιδερμικά το νόημα των αποτελεσμάτων: Πίστευε ότι μπορούσε να σαμποτάρει τη νίκη της Χαμάς και να επιστρέψει στην εξουσία αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία μέσω του ελέγχου της πάνω στις δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής και στις δημόσιες υπηρεσίες, και βασιζόμενη στην υποστήριξη από ευρωπαίους, διεθνείς και άραβες συμμάχους. Αυτό προέκυψε από την πεποίθηση μέσα στην ηγεσία της Φατάχ ότι η Χαμάς δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις πολιτικές και οικονομικές της υποχρεώσεις και θα βρισκόταν αντιμέτωπη με τη διεθνή κοινότητα, δεχόμενη ισχυρή πίεση. Γι’ αυτό η Φατάχ απέρριψε τη συμμετοχή της σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας επειδή θα έδινε στη Χαμάς ισχυρή πολιτική κάλυψη και θα άνοιγε το δρόμο για τη συμμετοχή της στα σώματα ασφαλείας και δημοσίων υπηρεσιών της Παλαιστινιακής Αρχής. Η Φατάχ προχώρησε παραπάνω, προκαλώντας ατελείωτες διαμαρτυρίες για την καταβολή των μισθών του προσωπικού των σωμάτων ασφαλείας και των δημοσίων υπηρεσιών. Με την πολιτική αυτή, σε περισσότερες από μία παλαιστινιακές πόλεις, η Φατάχ κατέφυγε σε αψιμαχίες και ένοπλες συγκρούσεις για να ασκήσει πίεση στη Χαμάς και να την οδηγήσει σε κατάσταση απελπισίας. Ο πολιτικός και οικονομικός αποκλεισμός που επιβλήθηκε από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, με την υποστήριξη της Ευρώπης και των αραβικών χωρών, ενθάρρυνε αυτή την πολιτική και ανέβασε τις προσδοκίες των πιθανών αποτελεσμάτων της. Εντούτοις, η εμπειρία των τελευταίων οκτώ μηνών έδειξε ότι η Χαμάς είναι ικανή να διατηρεί τη δύναμή της και να αντέχει στην πίεση. Η Χαμάς απάντησε στις πιέσεις με μια πολιτική αντεπίθεση, κατηγορώντας ότι στοχοποιείται η παλαιστινιακή δημοκρατική διαδικασία και δεν της δίνεται ευκαιρία να πετύχει. Απάντησε επίσης με λαϊκές ενέργειες, ωθώντας τις εσωτερικές εντάσεις σχεδόν σε οριακό σημείο. Η αντίδραση της Χαμάς οδήγησε τη Φατάχ στο συμπέρασμα ότι η προσέγγισή της θα έθετε σε κίνηση μια εσωτερική παλαιστινιακή σύγκρουση, και πιθανά θα είχε σαν αποτέλεσμα την πτώση της Χαμάς από την κυβέρνηση χωρίς να πετύχει τους στόχους της. Έτσι η Φατάχ χαμήλωσε τον πήχη, συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούσε να διατηρήσει το ρόλο και το στάτους της εκτός κι αν αποδεχόταν την ιδέα μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Για τη Φατάχ αυτή η εκδοχή θα εξασφάλιζε δύο πράγματα: Θα περιόριζε την κυριαρχία της Χαμάς στα σώματα της Παλαιστινιακής Αρχής, διατηρώντας το προβάδισμα της Φατάχ στο επίπεδο αυτό και ανεβάζοντας την ένταση μεταξύ της προεδρίας, υπό την ηγεσία του Αμπού Μάζεν (Μαχμούντ Αμπάς) και της κυβέρνησης, υπό την ηγεσία της Χαμάς. Η ισορροπία και η πειθαρχία θα επιβάλλονταν στις πολιτικές θέσεις της Χαμάς μέσω της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και μέσω της χρησιμοποίησης της ΟΑΠ ως όπλο πίεσης της περιορισμένης κυβέρνησης της Χαμάς.

Η επίπτωση της ευρωπαϊκής και αμερικανικής στάσης

Πως θα πρέπει να εκλάβουμε το ευρωπαϊκό καλωσόρισμα και την αμερικανική διστακτικότητα απέναντι σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας; Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να χαμηλώσουν τις προσδοκίες τους και να εγκαταλείψουν ορισμένες από τις απαιτήσεις τους. Με την εκλογή της Χαμάς στην εκτελεστική εξουσία της Παλαιστινιακής Αρχής, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ πλανήθηκαν ότι ο οικονομικός και πολιτικός αποκλεισμός θα οδηγούσε την παλαιστινιακή κοινή γνώμη εναντίον της κυβέρνησης της Χαμάς. Αυτό το σενάριο θα οδηγούσε στην εκ νέου επιβολή των αμερικανό-ισραηλινών όρων στους Παλαιστινίους. Ωστόσο η αποφασιστικότητα της Χαμάς απέναντι στην πίεση και τον εκβιασμό, σε συνδυασμό με εντάσεις στο εσωτερικό της παλαιστινιακής κοινωνίας, μεγιστοποίησε το ενδεχόμενο τριών σοβαρών κινδύνων για ευρωπαίο-αμερικανική ανάγνωση της Παλαιστινιακής κατάστασης: Την κατάρρευση της δημοκρατικής ρητορικής, η ζημιά της οποίας θα εξέθετε την αμερικανό-ευρωπαϊκή υποκρισία. Το σαμποτάζ της Χαμάς μέσω οικονομικού αποκλεισμού και πολιτικού μποϊκοτάζ μπορεί να απάλλασσε τη Χαμάς από οποιαδήποτε δέσμευση σχετικά με την αποδοχή μιας εναλλακτικής μελλοντικής Παλαιστινιακής Αρχής, υποβαθμίζοντας έτσι την πιθανότητα νομιμοποίησης ή την ευκαιρία για αλλαγή. Η παλαιστινιακή κατάσταση μπορεί να οδηγούνταν σε καθολική έκρηξη, υποβαθμίζοντας τα αμερικανό-ευρωπαϊκά σχέδια και κλιμακώνοντας δραματικά τη σύγκρουση. Το αποτέλεσμα του αμερικανό-ισραηλινού πολέμου στον Λίβανο και η συνακόλουθη απογοήτευση της αραβικής κοινής γνώμης από την αμερικανική πολιτική μεγιστοποίησαν τη σοβαρότητα αυτών των συνδυασμένων κινδύνων. Για την Ευρώπη, επομένως, μια παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ακόμη και μία υπό την ηγεσία της Χαμάς, θα ήταν το μικρότερο κακό. Αυτή η κυβέρνηση με τη συμμετοχή της Φατάχ και άλλων κομμάτων, θα συνιστούσε πρακτικά μια δύναμη εξισορρόπησης της Χαμάς και θα άνοιγε τη δυνατότητα για μια σταδιακή αλλαγή στην παλαιστινιακή πολιτική σκηνή. Επιπροσθέτως, αυτή η εκδοχή θα βοηθούσε να τερματιστεί η επιδείνωση της οικονομικής και της κατάστασης στην ασφάλεια, που απειλούσαν έκρηξη μεγάλης κλίμακας. Για την Ευρώπη, είναι μια ευκαιρία να βγει από την κρίση και από τη δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε, με την πολιτική της απομόνωσης και την κατάρριψη της κυβέρνησης της Χαμάς. Στη Βρετανία, η πολιτική στάση του Τόνι Μπλερ βοήθησε την έλευση μιας αλλαγής στην Ε.Ε. Μεγάλα τμήματα του βρετανικού Εργατικού κόμματος και η ευρύτερη βρετανική κοινή γνώμη θεωρεί την πολιτική του Τόνι Μπλερ στη Μέση Ανατολή ως πολιτική υποταγή στον αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους και ως ζημία των συμφερόντων της Βρετανίας. Αυτό αληθεύει ιδιαίτερα μετά τη βίαιη αποτυχία της βρετανό-αμερικανικής πολιτικής στον Λίβανο και τη θεώρηση της Βρετανίας στα μάτια εκατομμυρίων Αράβων και Μουσουλμάνων ως συνεργάτη στην επίθεση με την υιοθέτηση της αμερικανό-ισραηλινής στάσης. Σε μια προσπάθεια να απορροφηθεί η ογκούμενη δυσαρέσκεια εναντίον της πολιτικής του στη Μέση Ανατολή, ο Τόνι Μπλερ έτρεξε στην περιοχή και χαιρέτησε την ιδέα μιας παλαιστινιακής κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Επιπλέον η θέση της ρωσικής κυβέρνησης έγινε πιο ευέλικτη και δυναμική απέναντι στις συγκρούσεις στην περιοχή, σε μια προσπάθεια να ενεργοποιήσει εκ νέου την ιστορική θέση της Ρωσίας και να αντιμετωπίσει την αμερικανική κυριαρχία. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να αντιτίθενται σε μια παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας και προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για να την εμποδίσουν. Εντούτοις θα πρέπει να υποθέσουμε ότι το καλωσόρισμα του Μπλερ στην παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν συνέβη πίσω από την πλάτη της αμερικανικής κυβέρνησης. Φαίνεται λοιπόν ότι υπάρχει κάποια κατανομή των ρόλων, που ποικίλει από το ευρωπαϊκό καλωσόρισμα και την ενθάρρυνση και τη συνεχιζόμενη αμερικανό-ισραηλινή πίεση, που δεν θα καταστήσει εύκολο εγχείρημα το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας.

Οι περιορισμοί του Ισραήλ και οι αραβικές ευκαιρίες

Το Ισραήλ εξακολουθεί να κηρύσσει την άρνησή του να διαπραγματευτεί με μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία της Χαμάς, ή στην οποία συμμετέχει, μέχρι να αποδεχτεί τους ισραηλινούς όρους. Επιπλέον το Ισραήλ δεν έχει ακόμη ανακάμψει από την ήττα του στον Λίβανο, η κυβέρνηση γνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει και αισθάνεται την ανάγκη να πάρει μια ανάσα. Γι’ αυτό το Ισραήλ θεωρεί συμφέρον τώρα να αποκλιμακώσει την παλαιστινιακή κοινωνική και πολιτική κρίση, ακόμη και για σύντομο χρονικό διάστημα, για να κερδίσει το χρόνο που χρειάζεται για να φροντίσει τα πολιτικά, σεξουαλικά, στρατιωτικά και οικονομικά σκάνδαλα. Τα αραβικά καθεστώτα, που συνέβαλαν στον αποκλεισμό της κυβέρνησης της Χαμάς ακολουθώντας τις αμερικανικές απαιτήσεις, αλλά εκτέθηκαν κατά τον πόλεμο στον Λίβανο στη λαϊκή οργή ενάντια στην απραξία και τη συνεργασία τους, βλέπουν επίσης μια ευκαιρία να ξανακερδίσουν λίγη αξιοπρέπεια με το σχηματισμό παλαιστινιακής κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Για τα καθεστώτα αυτά η παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας εκλαμβάνεται ως θεόσταλτο δώρο απορρόφησης τμήματος της οργής της αραβικής κοινής γνώμης. Μία παλαιστινιακή κυβέρνηση εθνικής ενότητας είναι αναπόφευκτο να γεννηθεί από το χαμήλωμα των προσδοκιών όλων των παραγόντων και ως απόδειξη της παρανόησης του αποτελέσματος των εκλογών. Ωστόσο αυτή η κυβέρνηση δεν θα δώσει απαραίτητα λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο παλαιστινιακός λαός και οι πολιτικές του δυνάμεις. Μια στρατηγική απόδρασης από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση της ισραηλινό-παλαιστινιακής σύγκρουσης χρειάζεται περισσότερα πράγματα απ’ ότι απλά το σχηματισμό μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Χρειάζεται ένα όραμα και καθαρές θέσεις που αντιμετωπίζουν τις ρίζες της σύγκρουσης και τις προκλήσεις της, μια διεθνής και αραβικής κηδεμονία πρέπει να παρασχεθεί μαζί με την αποφασιστικότητα να επιβληθεί μια δίκαιη πολιτική λύση που θα οδηγούσε σε πραγματική ειρήνη και όχι στο κυνήγι σχεδίων που στοχεύουν να κάνουν τον παλαιστινιακό λαό υποτελή στις ισραηλινές απαιτήσεις.

Επομένως...

Μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Εντούτοις, συνιστά μια ευκαιρία να επανεκτιμηθεί η παλαιστινιακή κατάσταση και να διαμορφωθεί μια πολιτική, κοινωνική και οικονομική στρατηγική που θα επέτρεπε στον παλαιστινιακό λαό να αποφύγει την εσωτερική ρήξη και να υπερασπιστεί τα βασικά εθνικά δικαιώματα. Ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας δεν σημαίνει τον τερματισμό των πιέσεων. Το Ισραήλ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, θα προσπαθήσει να χειριστεί αυτή την ευκαιρία και θα αποπειραθεί να την εμποδίσει να αποδώσει τα οποιαδήποτε ενδεχόμενα οφέλη στους Παλαιστινίους. Οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να μην διαπραγματευτούν με τη Χαμάς εκτός κι αν αποδεχτεί τους τρεις όρους: τερματισμός της ένοπλης αντίστασης, αναγνώριση του Ισραήλ και δέσμευση στις συμφωνίες που υπογράφησαν από την Παλαιστινιακή Αρχή σε προγενέστερα στάδια. Μελλοντικά μπορεί να δούμε ότι οι πολιτικές διαστάσεις της Παλαιστινιακής Αρχής καταλαμβάνονται από την ΟΑΠ υπό τον Αμπού Μάζεν, απελευθερώνοντας την κυβέρνηση της Χαμάς από την κατά μέτωπο αντιμετώπιση των υποχρεώσεων που απαιτούνται διεθνώς και από τις κοινωικό-οικονομικές προκλήσεις, για τις οποίες θα ήταν υπεύθυνη η κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Ένας τέτοιος ελιγμός θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για την αποκλιμάκωση των άμεσων παλαιστινιακών εντάσεων. Ωστόσο, τελικά, κανένα κόμμα δεν θα εξαιρεθεί από την αντιμετώπιση των σοβαρών πολιτικών του υποχρεώσεων. Αν η Φατάχ ξεπεράσει την παλαιστινιακή κόκκινη πολιτική γραμμή, μέσω της ΟΑΠ χρησιμοποιώντας την κυβέρνηση εθνικής ενότητας ως εργαλείο για να συμμορφωθεί με τις ισραηλινές και αμερικανικές απαιτήσεις και προσφέρει πολιτικούς συμβιβασμού που υποτιμούν την παλαιστινιακή εθνική συναίνεση, τότε η επίλυση της πολιτικής σύγκρουσης μεταξύ Φατάχ και Χαμάς δεν θα διαρκέσει πολύ και όλοι οι παίκτες στο παιχνίδι θα επιστρέψουν στο πρώτο τετράγωνο, με τα θεμελιώδη ζητήματα ανοικτά. Πρέπει να διακρίνουμε ανάμεσα σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που δημιουργείται ως απάντηση στην πολιτική και κοινωνική επιθυμία του παλαιστινιακού λαού, ενισχύοντας την ενότητά του, την αποφασιστικότητα και την αντίστασή του, και σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που έρχεται ως μια νέα προσπάθεια προσαρμογής στα εξωτερικά αιτήματα και πιέσεις. Η δεύτερη εκδοχή θα μετατρέψει την κυβέρνηση σε εργαλείο στα χέρια του Ισραήλ και των συμμάχων του, για να πετύχουν αυτό που δεν επιτεύχθηκε με τη στρατιωτική πίεση, το πολιτικό μποϊκοτάζ και τον οικονομικό αποκλεισμό. Σε αυτή την περίπτωση, δεν γνωρίζουμε πόσος χρόνος θα περάσει και πόσο αίμα θα χυθεί προτού οι παράγοντες της σύγκρουσης ανακαλύψουν εκ νέου αυτό που θα έπρεπε να είναι ήδη προφανές.

Nassar Ibrahim είναι παλαιστίνιος συγγραφέας και δημοσιογράφος. Είναι επίσης αρχισυντάκτης της αραβικής εφημερίδας Rouyya Ukhra που εκδίδεται από το AIC.

Δεν υπάρχουν σχόλια: