Η επιστολή του Mohammed Dahlan στις 13 Ιουλίου 2003 προς τον τότε ισραηλινό υπουργό Άμυνας Shaul Mofaz
Του Ali Abunimah, The Electronic Intifada,
18 Ιουλίου 2007
«Να είστε σίγουροι ότι οι τελευταίες μέρες του Γιάσερ Αραφάτ είναι μετρημένες, αλλά επιτρέψτε μας να τον αποτελειώσουμε με τον δικό μας τρόπο, όχι με τον δικό σας. Και να είστε επίσης σίγουροι ότι… τις υποσχέσεις που πήρα μπροστά στον Πρόεδρο Μπους, θα δώσω τη ζωή μου για να τις κρατήσω». Αυτά τα λόγια γράφτηκαν από τον πολέμαρχο της Φατάχ Μοχάμεντ Νταχλάν -του οποίου οι με αμερικανική και ισραηλινή υποστήριξη δυνάμεις ξεριζώθηκαν από τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας τον περασμένο μήνα- σε επιστολή του της 13ης Ιουλίου του 2003 προς τον τότε ισραηλινό υπουργό Άμυνας Σαούλ Μοφάζ και δημοσιεύτηκαν σε ιστοσελίδα της Χαμάς στις 4 Ιουλίου φέτος.
Ο Νταχλάν, που παρά την αποτυχία του να κρατήσει τη Γάζα, παραμένει ανώτατος σύμβουλος του προέδρου της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς εξηγεί τη συνομωσία του να ανατρέψει τον Αραφάτ, να καταστρέψει τους παλαιστινιακούς θεσμούς και να τους αντικαταστήσει με μια ηγεσία τύπου κουίσλινγκ υποταγμένη στο Ισραήλ. Ο Νταχλάν γράφει σχετικά με το φόβο του ότι ο Αραφάτ θα συγκαλούσε το παλαιστινιακό νομοθετικό συμβούλιο και θα του ζητούσε να αποσύρει την εμπιστοσύνη του από τον τότε πρωθυπουργό Μαχμούντ Αμπάς, που είχε διοριστεί νωρίτερα το 2003 υπό την επίμονη διαταγή του Μπους να καμφθεί η επιρροή του Αραφάτ. Ο Νταχλάν έγραψε ότι χρειαζόταν «πλήρης συντονισμός και συνεργασία όλων» για να αποφευχθεί αυτό, καθώς και «άσκηση πίεσης (στον Αραφάτ) ώστε να μην μπορέσει να κάνει αυτό το βήμα». Ο Νταχλάν αποκαλύπτει ότι «έχουμε ήδη ξεκινήσει προσπάθειες πόλωσης των απόψεων πολλών μελών του νομοθετικού συμβουλίου είτε δια μέσω εκφοβισμού είτε με δέλεαρ ώστε να είναι με την πλευρά μας και όχι με τη δική του (Αραφάτ)».
Ο Νταχλάν κλείνει το γράμμα του προς τον Μοφάζ λέγοντας «δεν μένει παρά να υποβάλω τα συγχαρητήριά μου σ’ εσάς και στον πρωθυπουργό (Αριέλ Σαρόν) για τη συνεχή εμπιστοσύνη που μας δείχνετε, με όλο το σεβασμό».
Αυτή η επιστολή είναι μία μικρή αλλά ολοζώντανη απόδειξη που προστίθεται στον υπάρχοντα κόλαφο της συνομωσίας στην οποία εμπλέκεται η ηγεσία Αμπάς. Από το μήνα του διορισμού από τον Αμπάς της «έκτακτης κυβέρνησης» τύπου Βισύ υπό την ηγεσία του Σαλάμ Φαγιάντ, ιστορικοί ηγέτες της Φατάχ, όπως ο Φαρούκ Καντούμι και ο Χανί αλ-Χασσάν έχουν δηλώσει την αντίθεσή τους στις ενέργειες του Αμπάς, απορρίπτοντας ιδιαίτερα τη διαταγή του περί αφοπλισμού των μαχητών της παλαιστινιακής αντίστασης ενώ η ισραηλινή κατοχή συνεχίζεται ακλόνητη.
Αυτό υπογραμμίζει ότι ο διχασμός μεταξύ των Παλαιστινίων σήμερα δεν είναι ανάμεσα στη Χαμάς και τη Φατάχ, ούτε ανάμεσα σε «εξτρεμιστές» ή «μετριοπαθείς», ή «Ισλαμιστές» και «κοσμικούς», αλλά ανάμεσα στη μειοψηφία που συνέδεσε την τύχη της με τον εχθρό ως συνεργός από τη μία πλευρά, και εκείνους που υπεραμύνονται του δικαιώματος και του καθήκοντος στην αντίσταση από την άλλη.
Οι ισραηλινοί ηγέτες τουλάχιστον είναι καθαροί σαν κρύσταλλο αναφορικά με το τι προσμένουν από τους παλαιστίνιους υπηρέτες τους. Ο Ephraim Sneh, μέχρι πρόσφατα αναπληρωτής υπουργός Άμυνας, εξέφρασε τη συναινετική άποψη του ισραηλινού κατεστημένου:
«Η πιο επείγουσα και σημαντική αποστολή για το Ισραήλ αυτή τη στιγμή είναι να εμποδίσει την κατάληψη της Δυτικής Όχθης από τη Χαμάς. Αυτό είναι δυνατό να επιτευχθεί αποδυναμώνοντας τη Χαμάς μέσω της ορατής διπλωματικής προόδου, βοηθώντας την αποτελεσματική και επιτυχημένη λειτουργία της κυβέρνησης του παλαιστίνιου πρωθυπουργού Σαλάμ Φαγιάντ, και δημιουργώντας τις συνθήκες για την πλήρη αποτυχία του καθεστώτος της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας» ("How to stop Hamas," Haaretz, 17 Ιουλίου 2007).
Ο Sneh ξεκαθαρίζει ότι «για να αναδυθεί νικήτρια, οι στρατιωτικές εκστρατείες και οι συλλήψεις δεν επαρκούν – είναι απολύτως αναγκαίο να επέλθει η πολιτική-λαϊκή ήττα (της Χαμάς) μέσω ενός άλλου παλαιστινιακού παράγοντα». Αυτός ο παράγοντας είναι η Φατάχ. Ο Sneh παραθέτει μία λίστα μέτρων ώστε να επιτευχθεί αυτό, μεταξύ αυτών η πρόσληψη περισσότερων Παλαιστινίων ως χαμηλόμισθων στην ισραηλινή οικονομία, η απελευθέρωση κρατουμένων της Φατάχ και η απόδοση των παλαιστινιακών δασμών που έχουν κλαπεί από το Ισραήλ –αλλά δεν αναφέρει απολύτως τίποτα σχετικά με τον τερματισμό της οικοδόμησης των αποκλειστικά για Εβραίους ισραηλινών εποικισμών, τον τερματισμό της στρατιωτικής κατοχής και την εξάλειψη των ρατσιστικών νόμων και πρακτικών. Με χαρακτηριστική ασάφεια βεβαιώνει απλώς ότι «είναι αναγκαίο να εκκινήσουμε μια συζήτηση με τον παλαιστίνιο πρόεδρο σχετικά με τις αρχές της συμφωνίας για το οριστικό καθεστώς». Δεκατέσσερα χρόνια μετά το Όσλο, αυτό μάλλον δεν πρόκειται να πείσει πάρα πολλούς σκεπτικιστές.
Από τη στιγμή που υπεγράφησαν οι συνθήκες του Όσλο, το Ισραήλ έχει κάνει τα πάντα για να υποβαθμίσει τις προοπτικές δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους παρεμποδίζοντας διαρκώς την Παλαιστινιακή Αρχή. Τι βρίσκεται πίσω από την αποφασιστικότητα του Ισραήλ να αναστηλώσει την ηγεσία κουίσλινγκ του Αμπάς; Γιατί δεν αφήνει απλώς τα πάντα να καταρρεύσουν και να κηρύξει τη νίκη;
Οι ισραηλινοί ηγέτες γνωρίζουν ότι η συγκέντρωση υποστήριξης για ένα εθνικό «εβραϊκό κράτος» εξαρτάται από την απόκρυψη της πραγματικότητας ότι οι Εβραίοι δεν αποτελούν πλέον την πλειοψηφία του πληθυσμού στο Ισραήλ, τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζα – τα εδάφη που ελέγχονται από το ισραηλινό κράτος. Το Ισραήλ έχει ανάγκη το φύλλο συκής μιας παλαιστινιακής κυριαρχίας για να διαγράψει εκατομμύρια Παλαιστινίους από τα βιβλία του, τον τρόπο που το απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής προσπάθησε να εφαρμόσει υπό την κάλυψη των «ανεξάρτητων Μαύρων πατρίδων» -Μπαντουστάν- για να διαιωνίσει τη λευκή κυριαρχία και να της δώσει ένα προκάλυμμα νομιμότητας. Εάν η Παλαιστινιακή Αρχή καταρρεύσει, η Φατάχ που δεν έχει λαϊκή βάση, θα καταρρεύσει μαζί της.
Όσο για τη Χαμάς, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μπορεί να επιζήσει της κατάρρευσης της Παλαιστινιακής Αρχής, αλλά σε τι θα μετεξελιχθεί; Αναπτύχθηκε από ένα τμήμα της παλαιστινιακής κοινωνίας – φτωχές, θρησκευτικά κινητοποιημένες μάζες- ωστόσο έλκει πολύ πιο ευρεία υποστήριξη για την αντίστασή της εναντίον του Ισραήλ από τους Παλαιστινίους που ορφάνεψαν από τους λιποτάκτες ηγέτες τους και διψούν για μια εναλλακτική αρχών. Η Χαμάς έχει την επιλογή να αρθρώσει μια ατζέντα που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της παλαιστινιακής κοινωνίας σε όλη της την πολυμορφία, ή να πέσει στις παγίδες που της στήνουν.
Οι ηγέτες της Χαμάς έχουν κάνει υποδειγματικές δηλώσεις υπέρ του πλουραλισμού, της αυθεντικής δημοκρατίας και της κυριαρχίας του νόμου, και ήταν δικαίως περήφανοι για την απελευθέρωση του δημοσιογράφου του BBC Άλαν Τζόνστον. Αλλά θα πρέπει να κριθούν από τις πράξεις τους και υπάρχουν αποθαρρυντικά σημάδια. Το Παλαιστινιακό Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα έχει καταγράψει αρκετές περιπτώσεις κακομεταχείρισης, απαγωγών και βασανιστηρίων από μέλη της Εκτελεστικής Δύναμης της Χαμάς και τον θάνατο ενός κρατούμενου της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς. Είναι γεγονός ότι αυτά τα περιστατικά δεν εμφανίζονται εν κενό – το Ισραήλ και οι σύμμαχοί του από τη Φατάχ εξακολουθούν να εμπλέκονται σε πολύ πιο διευρυμένες δολοφονικές επιθέσεις, βασανιστήρια και απαγωγές εις βάρος μελών της Χαμάς, και η Χαμάς αγωνίζεται να επιβιώσει. Αλλά η Χαμάς κέρδισε τη νομιμότητα υποσχόμενη να σταματήσει τις επαχθείς τακτικές των, με την υποστήριξη του Ισραήλ, πολιτοφυλακών της Φατάχ. Πρέπει να εκπληρώσει αυτή την υπόσχεση, διαφορετικά θα δει την υποστήριξη που με κόπο κέρδισε να εξανεμίζεται. Ταυτόχρονα πρέπει ν’ αρχίσει να αρθρώνει ένα όραμα για το μέλλον που θα λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα των 11 εκατομμυρίων ισραηλινών Εβραίων και Παλαιστινίων που ζουν σε μια μικρή χώρα. Γνωρίζουμε σε τι εναντιώνεται η Χαμάς, αλλά όχι τι οραματίζεται.
Η Χαμάς τείνει προς την αποδοχή μίας λύσης των δύο κρατών τη στιγμή ακριβώς που η πραγματικότητα αρχίζει να λάμπει ακόμα και για τους πιστούς της βιομηχανίας της ειρηνευτικής διαδικασίας του Όσλο, ότι η λύση των δύο κρατών, αναγκαία για να σώσει το Ισραήλ ως μια περιοχή με εβραϊκά προνόμια μέσα σε αλλοεθνές έδαφος, αρχίζει να απομακρύνεται. Καθώς η λύση των δύο κρατών «γίνεται λιγότερη πιθανή» παρατηρεί ο Aaron David Miller, ένας 25ετής βετεράνος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και υψηλός αξιωματούχος της Κυβέρνησης Κλίντον στη Σύνοδο του 2000 στο Καμπ Ντέιβιντ, «γίνεται περισσότερη κουβέντα μεταξύ των Παλαιστινίων για τη λύση του ενός κράτους – η οποία φυσικά δεν είναι καθόλου λύση και θα σήμαινε το τέλος του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους». ("Is peace out of reach?," The Los Angeles Times, 15 Ιουλίου 2007).
Ο αρθρογράφος της Haaretz, Danny Rubinstein, προβλέπει ότι «αργά ή γρήγορα η Χαμάς θα αποτύχει στον πόλεμό της εναντίον του Ισραήλ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τότε θα επιστρέψουμε στις ημέρες του Όσλο και του οράματος των δύο κρατών». Μάλλον, φοβάται, «θα υπάρξουν εξαιρετικά ισχυρά αιτήματα από παλαιστίνιους Άραβες, οι οποίοι συνιστούν σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού σ’ αυτή τη γη, που θα πουν: Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν μπορούμε να εγκαθιδρύσουμε δικό μας κράτος και αυτό που μας απομένει είναι να απαιτήσουμε αστικά-πολιτικά δικαιώματα στη χώρα που είναι η πατρίδα μας. Θα υιοθετήσουν τα συνθήματα του αγώνα των Αράβων που είναι ισραηλινοί πολίτες, που ζητούν ισότητα και τον ορισμό του Ισραήλ ως κράτους όλων των πολιτών του». ("Nothing to sell the Palestinians," 16 Ιουλίου 2007). Συνεπώς βλέπουμε ότι ο Αμπάς είναι τώρα η τελευταία βέλτιστη ελπίδα του Ισραήλ στον αγώνα εναντίον της δημοκρατίας. Μια τόσο αξιοθρήνητη συμμαχία δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην απελευθέρωση.
Ο Ali Abunimah είναι συνιδρυτής στην The Electronic Intifada και συγγραφέας του One Country: A Bold Proposal to End the Israeli-Palestinian Impasse.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου