Του Ίλαν Πάπε
Τρίτη 24/4/2007
Πηγή: Hagada Hasmalit http://www.hagada.org.il/eng
Ο Γιούρι Αβνερι στο άρθρο του «Κρεβάτι των Σοδόμων» (22/4/2007) κατηγορεί τους υποστηρικτές της λύσης του Ενός Κράτους ότι επιβάλλουν διά της βίας τετελεσμένα. Φαίνεται να θεωρεί αυτούς τους ανθρώπους στην καλύτερη περίπτωση αιθεροβάμονες που δεν κατανοούν την πολιτική πραγματικότητα γύρω τους και έχουν κολλήσει σε μια μόνιμη κατάσταση ευχολογίου. Είμαστε όλοι βετεράνοι σύντροφοι στην Ισραηλινή Αριστερά και γι’ αυτό είναι πολύ πιθανό τις στιγμές της απελπισίας μας να πέφτουμε στην παγίδα των ψευδαισθήσεων, ακόμη και των φαντασιώσεων αγνοώντας τη δυσάρεστη πραγματικότητα γύρω μας.
Και γι’ αυτό η μεταφορά Κρεβάτι των Σοδόμων μπορεί ακόμη και να ταιριάζει για να εξαπολυθεί μια επίθεση ενάντια σ’ εκείνους που εμπνέονται από το Νοτιοαφρικανικό μοντέλο για μια λύση στην Παλαιστίνη. Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται για ένα μικρό ράντζο στα Σόδομα σε σύγκριση με το υπέρδιπλο κρεβάτι πάνω στο οποίο το Gush Shalom και άλλα συναφή μέλη της Σιωνιστικής Αριστεράς επιμένουν να στριμώχνουν τη λύση τους για δύο κράτη. Το Νοτιοαφρικανικό μοντέλο είναι νεόκοπο – στην πραγματικότητα ούτε ένας χρόνος δεν έχει περάσει από τότε που άρχισε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη- η φόρμουλα των δύο κρατών είναι εξήντα χρονών παλαιά: μια άκαρπη και επικίνδυνη ψευδαίσθηση που κατέστησε το Ισραήλ ικανό να συνεχίζει την κατοχή χωρίς να αντιμετωπίζει καμία σοβαρή κριτική από τη διεθνή κοινότητα.
Το Νοτιοαφρικανικό μοντέλο είναι μια καλή υπόθεση εργασίας για μια συγκριτική μελέτη – όχι σαν αντικείμενο καθαγιασμένης μίμησης. Ορισμένα κεφάλαια στην ιστορία της αποικιοκρατίας της Νότιας Αφρικής και της Σιωνιοκρατίας της Παλαιστίνης είναι πράγματι εξαιρετικά ταυτόσημα. Η εξουσιαστική μεθοδολογία των λευκών εποίκων στη Νότια Αφρική μοιάζει πάρα πολύ μ’ εκείνη που εφαρμόστηκε από το Σιωνιστικό κίνημα και το ύστερο Ισραήλ ενάντια στον αυτόχθονα πληθυσμό της Παλαιστίνης από το τέλος του 19ου αιώνα. Από το 1948, η επίσημη ισραηλινή πολιτική εναντίον μερικών από τους Παλαιστινίους είναι πιο επιεικής από εκείνη του καθεστώτος απαρτχάιντ, εναντίον άλλων Παλαιστινίων είναι πολύ χειρότερη.
Αλλά πάνω απ’ όλα το Νοτιοαφρικανικό μοντέλο εμπνέει εκείνους που ανησυχούν για τον Παλαιστινιακό αγώνα προς δύο σημαντικές κατευθύνσεις: προσφέρει ένα νέο προσανατολισμό για μια μελλοντική λύση αντί της φόρμουλας των δύο κρατών που απέτυχε – εισάγοντας το ένα δημοκρατικό κράτος – και ενδυναμώνει νέες σκέψεις σχετικά με τον τρόπο που η Ισραηλινή κατοχή μπορεί να ηττηθεί – μέσα από Κυρώσεις, Μποϊκοτάζ και Απόσυρση επενδύσεων (η εκδοχή BDS).
Τα γεγονότα είναι πεντακάθαρα: η λύση των δύο κρατών έχει θλιβερά αποτύχει και δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο προσμένοντας μάταια έναν ακόμη απατηλό γύρο διπλωματικών προσπαθειών που δεν θα οδηγήσουν πουθενά. Όπως παραδέχεται ο Αβνερι, το ισραηλινό ειρηνευτικό στρατόπεδο απέτυχε, ως τώρα, να πείσει την Ισραηλινή Σιωνιστική κοινωνία να δοκιμάσει ένα διαφορετικό δρόμο ειρήνευσης. Μια νηφάλια και κριτική αποτίμηση του μεγέθους και της δύναμης αυτού του στρατοπέδου οδηγεί στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι δεν έχει καμία τύχη απέναντι στις κυρίαρχες τάσεις της Ισραηλινής Εβραϊκής κοινωνίας. Είναι αμφίβολο αν θα καταφέρει καν να διατηρήσει τις μικρές του δυνάμεις και υπάρχει μεγάλη ανησυχία ότι θα εξαφανιστεί σύσσωμο.
Ο Αβνερι αγνοεί αυτά τα γεγονότα και ισχυρίζεται ότι η Λύση του Ενός Κράτους είναι μια επικίνδυνη πανάκεια που προσφέρεται στον σε κρίσιμη κατάσταση εβρισκόμενο ασθενή. Εντάξει, τότε ας τη συνταγογραφήσουμε σταδιακά, αλλά για όνομα του θεού ας κόψουμε από τον ασθενή τα πολύ επικίνδυνα φάρμακα που του χορηγούσαμε εξαναγκαστικά τα τελευταία εξήντα χρόνια και που κοντεύουν να τον σκοτώσουν.
Για χάρη της ειρήνης, είναι σημαντικό να διευρύνουμε την έρευνά μας για το Νοτιοαφρικανικό μοντέλο και άλλες ιστορικές περιπτώσεις. Λόγω της αποτυχίας μας θα έπρεπε να μελετάμε προσεκτικά κάθε νικηφόρο αγώνα ενάντια στην καταπίεση…. Ακόμη κι όταν επιβλήθηκαν κυρώσεις στη Νότια Αφρική, το Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο (ΕΑΚ) συνέχισε τον αγώνα του και οι λευκοί Νοτιοαφρικανοί δεν σταμάτησαν την προσπάθειά τους να πείσουν τους συμπατριώτες τους να εγκαταλείψουν το καθεστώς Απαρτχάιντ. Αλλά δεν ήταν μόνο μία φωνή που απηχεί το άρθρο του Αβνερι που ισχυρίζεται ότι η στρατηγική της πίεσης από το εξωτερικό είναι λάθος επειδή αποδυναμώνει το ενδεχόμενο της αλλαγής από τα μέσα. Ειδικά όταν η αποτυχία του εσωτερικού αγώνα είναι τόσο κατάφωρη και ολοφάνερη. Ακόμη κι όταν η κυβέρνηση του Ντε Κλερκ διαπραγματεύτηκε με το ΕΑΚ το καθεστώς των κυρώσεων εξακολούθησε.
Είναι επίσης εξαιρετικά δύσκολο να γίνει κατανοητό γιατί ο Αβνερι υποτιμά τη σημασία της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Χωρίς την υποστήριξη που αυτή η παγκόσμια κοινή γνώμη έδωσε στο Σιωνιστικό κίνημα, η Νάκμπα δεν θα είχε συμβεί. Αν η διεθνής κοινότητα είχε απορρίψει την ιδέα του διαμελισμού, ένα ενιαίο κράτος θα είχε αντικαταστήσει την Κατά το νόμο Παλαιστίνη, όπως πράγματι εύχονταν πολλά μέλη του ΟΗΕ. Ωστόσο αυτά τα μέλη υπέκυψαν στην εκβιαστική πίεση των ΗΠΑ και του Σιωνιστικού λόμπι και αναίρεσαν την προηγούμενη υποστήριξή τους για μια τέτοια λύση. Και σήμερα που η διεθνής κοινότητα αλλάζει για μια ακόμη φορά τη θέση της και αναθεωρεί τη στάση της απέναντι στο Ισραήλ, τα ενδεχόμενα τερματισμού της κατοχής θα αυξηθούν εξαιρετικά και αυτό μπορεί επίσης να βοηθήσει να αποφευχθεί μια κολοσσιαία αιματοχυσία που θα καταπόντιζε όχι μόνο τους Παλαιστινίους αλλά και τους ίδιους τους Εβραίους.
Η έκκληση για τη Λύση Ενός Κράτους και η απαίτηση για κυρώσεις, μποϊκοτάζ και απόσυρση επενδύσεων πρέπει να αναγνωρίζεται ως μια αντίδραση ενάντια στην αποτυχία της προηγούμενης στρατηγικής. Μιας στρατηγικής που διατηρήθηκε από τις πολιτικές τάξεις αλλά ουδέποτε αγκαλιάστηκε πραγματικά από τον ίδιο το λαό. Και όποιος απορρίπτει τη νέα σκέψη αβασάνιστα και με τόσο κατηγορηματικό τρόπο, μπορεί να ενοχλείται λιγότερο από το τι πάει στραβά μ’ αυτή τη νέα εκδοχή και να είναι πολύ πιο μπερδεμένος με τη δική του θέση στην ιστορία. Είναι πράγματι δύσκολο να γίνει παραδεκτή τόσο η προσωπική όσο και η συλλογική αποτυχία, αλλά προς χάρη της ειρήνης είναι μερικές φορές αναγκαίο να μπαίνει στην άκρη το εγώ. Αναγκάζομαι να σκέφτομαι μ’ αυτό τον τρόπο όταν διαβάζω την ψευδή αφήγηση που μαγείρεψε ο Αβνερι για τις μέχρι τώρα «επιτυχίες» του ισραηλινού ειρηνευτικού κινήματος. Αναγγέλλει ότι η «αναγνώριση της ύπαρξης του Παλαιστινιακού λαού έγινε καθολική και το ίδιο και η ετοιμότητα των περισσότερων Ισραηλινών να δεχτούν την ιδέα ενός Παλαιστινιακού κράτους με την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα και των δύο κρατών». Αυτή είναι μια ξεκάθαρη περίπτωση ακρωτηριασμού και του ποδιού και του χεριού του ασθενή για να χωρέσει στο Κρεβάτι των Σοδόμων. Και ακόμη πιο τραβηγμένη είναι η διακήρυξη ότι «Αναγκάσαμε την κυβέρνησή μας να αναγνωρίσει την ΟΑΠ και θα την αναγκάσουμε να αναγνωρίσει τη Χαμάς» - τώρα αφαιρέθηκαν και τα υπόλοιπα άκρα του ασθενή (συγγνώμη για τη μακάβρια μεταφορά αλλά με αναγκάζει η επιλογή του Αβνερι). Αυτές οι βεβαιότητες έχουν πολύ λίγα κοινά με τη θέση της εβραϊκής κοινής γνώμης στο Ισραήλ απέναντι στην ειρήνη από το 1948 μέχρι σήμερα. Αλλά τα γεγονότα μπορεί καμιά φορά να μπερδεύουν το ζήτημα.
Αλλά προκειμένου να πνίξει τον όποιο διάλογο για την εκδοχή της Λύσης του Ενός Κράτους και του BDS, ο Αβνερι βγάζει από το μαγικό του καπέλο το νικηφόρο τραπουλόχαρτο: «αλλά κάτω από την επιφάνεια, στα βάθη της εθνικής συνείδησης, επιτυγχάνουμε». Ας προμηθεύσουμε τους Παλαιστινίους με ανιχνευτές μετάλλων και εξοπλισμό ακτινών Χ – μπορεί να μην ανακαλύψουν μόνο το τούνελ αλλά και το φως στο τέρμα του. Η αλήθεια είναι ότι αυτό που βρίσκεται στα βαθύτερα στρώματα της ισραηλινής εθνικής συνείδησης είναι πολύ χειρότερο απ’ αυτό που εμφανίζεται στην επιφάνεια. Και ας ελπίσουμε ότι θα παραμείνει στον πάτο για πάντα και δεν θα αναδυθεί στην επιφάνεια. Πρόκειται για αποθέσεις σκοτεινού και πρωτόγονου ρατσισμού που αν επιτραπεί να έρθουν στην επιφάνεια θα μας πνίξουν όλους στα θάλασσα της έχθρας και της μισαλλοδοξίας.
Ο Αβνερι έχει δίκιο όταν διατείνεται ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία πως το 99,99% των Ισραηλινών Εβραίων θέλουν το Κράτος του Ισραήλ να υφίσταται ως κράτος με ισχυρή Εβραϊκή πλειοψηφία, όποια κι αν είναι τα σύνορά του». Μια επιτυχημένη καμπάνια μποϊκοτάζ δεν θ’ αλλάξει αυτή τη θέση μέσα σε μια μέρα, αλλά θα στείλει ένα καθαρό μήνυμα σ’ αυτή την κοινή γνώμη ότι τέτοιες θέσεις είναι ρατσιστικές και μη αποδεκτές τον 21ο αιώνα. Χωρίς το πολιτισμικό και οικονομικό οξυγόνο που η Δύση παρέχει στο Ισραήλ, θα ήταν δύσκολο για τη σιωπηλή πλειοψηφία εκεί να συνεχίσει να πιστεύει ότι είναι δυνατό να είσαι την ίδια στιγμή και ρατσιστικό και νόμιμο κράτος στα μάτια του κόσμου. Θα αναγκαστούν να διαλέξουν και είθε, όπως ο Ντε Κλερκ, να λάβουν τη σωστή απόφαση.
Ο Αβνερι είναι επίσης πεπεισμένος ότι ο Άνταμ Κέλερ γελοιοποίησε με μεγαλύτερη επιτυχία τη συζήτηση για το μποϊκοτάζ τονίζοντας ότι οι Παλαιστίνιοι στα κατεχόμενα εδάφη δεν ενέδωσαν στο μποϊκοτάζ. Αυτή είναι πραγματικά μια αξιόλογη σύγκριση: ένας πολιτικός κρατούμενος είναι καρφωμένος στο έδαφος και αποτολμά να αντισταθεί, ως τιμωρία αρνείται ακόμη και να λάβει το φαγητό που έπαιρνε πριν. Η κατάστασή του συγκρίνεται με εκείνη ενός ανθρώπου που κατέλαβε παράνομα το σπίτι αυτού του κρατούμενου και που για πρώτη φορά αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να προσαχθεί στη δικαιοσύνη για τα εγκλήματά του. Ποιος έχει περισσότερα να χάσει; Σε ποια περίπτωση είναι η απειλή στυγνή σκληρότητα και σε ποια ένα δικαιολογημένο μέσο για την αποκατάσταση ενός προηγούμενου κακού;
Το μποϊκοτάζ δεν έγινε, δηλώνει ο Αβνερι. Θα έπρεπε να μιλήσει με τους βετεράνους του αντί-απαρτχάιντ κινήματος στην Ευρώπη. Είκοσι χρόνια πέρασαν προτού να πείσουν τη διεθνή κοινότητα να αναλάβει δράση. Και τους έλεγαν, όταν ξεκινούσαν το μακρύ τους ταξίδι: δεν θα πιάσει, πολλά στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα εμπλέκονται και επενδύονται στη Νότια Αφρική.
Επιπλέον, προσθέτει ο Αβνερι, σε μέρη όπως η Γερμανία η ιδέα του μποϊκοτάζ των θυμάτων των Ναζί θα απορριφθεί πάραυτα. Το αντίθετο ισχύει. Η δράση που έχει ήδη ξεκινήσει προς αυτή την κατεύθυνση στην Ευρώπη έχει θέσει τέλος στη μακρά περίοδο Σιωνιστικής χειραγώγησης της μνήμης του Ολοκαυτώματος. Το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να δικαιολογεί τα εγκλήματά του εις βάρος των Παλαιστινίων στο όνομα του Ολοκαυτώματος. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι στην Ευρώπη συνειδητοποιούν την εγκληματική πολιτική κακοποίησης της μνήμης του Ολοκαυτώματος από το Ισραήλ και αυτός είναι ο λόγος που τόσοι πολλοί Εβραίοι είναι μέλη του κινήματος για το μποϊκοτάζ. Αυτός είναι και ο λόγος που η ισραηλινή απόπειρα να ρίξει την κατηγορία του αντισημιτισμού πάνω στους υποστηρικτές του μποϊκοτάζ αντιμετωπίστηκε με περιφρόνηση και ευελιξία. Τα μέλη του νέου κινήματος γνωρίζουν ότι τα κίνητρά τους είναι ανθρωπιστικά και τα ένστικτά τους δημοκρατικά. Η δράση πολλών από αυτούς δεν πυροδοτείται μόνο από πανανθρώπινες αρχές αλλά και από το σεβασμό τους για την Ιουδαίο-Χριστιανική κληρονομιά της ιστορίας. Θα ήταν καλύτερα ο Αβνερι να χρησιμοποιήσει την τεράστια δημοτικότητά του στη Γερμανία για να ζητήσει από την κοινωνία εκεί να αναγνωρίσει το μερίδιο ευθυνών της όχι μόνο για το Ολοκαύτωμα αλλά και για την Παλαιστινιακή καταστροφή και στο όνομα αυτής της αναγνώρισης να τους ζητήσει να τερματίσουν την επαίσχυντη σιωπή τους μπροστά στις ισραηλινές ακρότητες στα κατεχόμενα εδάφη.
Προς το τέλος του άρθρου του ο Αβνερι σκιαγραφεί τα χαρακτηριστικά της λύσης του ενός κράτους μέσα από τη σημερινή πραγματικότητα: και συνεπώς, επειδή δεν συμπεριλαμβάνει την επιστροφή των προσφύγων ή μια αλλαγή στο καθεστώς ως στοιχεία της λύσης, περιγράφει τη σημερινή θλιβερή πραγματικότητα ως το αυριανό όραμα. Αυτή είναι όντως μια πραγματικότητα για την οποία δεν αξίζει να παλέψει κανείς και κανένας που να γνωρίζω δεν αγωνίζεται γι’ αυτό. Αλλά το όραμα για τη Λύση Ενός Κράτους πρέπει να είναι ακριβώς το αντίθετο από το σημερινό κράτος Απαρτχάιντ του Ισραήλ όπως ήταν το κράτος μετά το Απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική και αυτός είναι ο λόγος που αυτή η ιστορική υπόθεση εργασίας είναι τόσο διαφωτιστική για μας.
Πρέπει να ξυπνήσουμε. Την ημέρα που ο Αριέλ Σαρόν και ο Τζορτζ W. Μπους διακήρυξαν την αφοσιωμένη υποστήριξή τους στη λύση των δύο κρατών, αυτή η φόρμουλα μετατράπηκε σ’ ένα κυνικό μέσο με το οποίο το Ισραήλ μπορεί να διατηρήσει το ρατσιστικό καθεστώς του μέσα στα σύνορα του 1967, την κατοχή του στη Δυτική Όχθη και τη γκετοποίηση της Λωρίδας της Γάζας. Όποιος εμποδίζει ένα διάλογο για εναλλακτικά πολιτικά μοντέλα επιτρέπει στη συζήτηση των δύο κρατών να θωρακίζει την εγκληματική ισραηλινή πολιτική στα Παλαιστινιακά εδάφη.
Επιπλέον, όχι μόνο δεν υπάρχουν πια άλλες πέτρες στα κατεχόμενα εδάφη με τις οποίες να χτιστεί ένα κράτος – αφότου το Ισραήλ κατέστρεψε εκεί τις υποδομές τα τελευταία έξι χρόνια – αλλά ένας λογικός διαμελισμός δεν προσφέρει στους Παλαιστινίους ούτε το 20% της πατρίδας τους.
Η βάση θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον το ήμισυ της πατρίδας τους, στη βάση του χάρτη 181, ή μιας συναφούς ιδέας. Εδώ είναι μια ακόμη οδός προς εξερεύνηση, αντί να στροβιλιζόμαστε αιωνίως μέσα στο καζάνι που τα Σόδομα και τα Γόμορρα της λύσης των δύο κρατών έχουν δημιουργήσει μέχρι στιγμής στην πράξη.
Και τέλος δεν πρόκειται να υπάρξει λύση σ’ αυτή τη σύγκρουση μ’ ένα συμβιβασμό στο Παλαιστινιακό προσφυγικό πρόβλημα. Αυτοί οι πρόσφυγες δεν μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους για τους ίδιους λόγους που οι αδελφοί και οι αδελφές τους εξορίζονται από τη Μεγάλη Ιερουσαλήμ και παράλληλα με το τείχος και οι συγγενείς τους υφίστανται διακρίσεις στο Ισραήλ. Δεν μπορούν να επιστρέψουν για τον ίδιο λόγο που κάθε Παλαιστίνιος αντιμετωπίζει τον ενδεχόμενο κίνδυνο να κατακτηθεί και να εξοριστεί όσο το Σιωνιστικό σχέδιο δεν έχει ολοκληρωθεί στα μάτια των καπετάνιων του.
Δικαιούνται να επιλέξουν την επιστροφή επειδή συνιστά καθολικό ανθρωπιστικό και πολιτικό δικαίωμα. Μπορούν να επιστρέψουν επειδή η διεθνής κοινότητα τους είχε ήδη υποσχεθεί ότι μπορούσαν. Εμείς ως Εβραίοι θα έπρεπε να θέλουμε να επιστρέψουν επειδή διαφορετικά θα εξακολουθήσουμε να ζούμε σ’ ένα κράτος στο οποίο η αξία της εθνικής ανωτερότητας και υπεροχής υποσκελίζει κάθε άλλη ανθρώπινη και αστική αξία. Και δεν μπορούμε να υποσχεθούμε στον εαυτό μας και στους πρόσφυγες μια τόσο σωστή και δίκαιη λύση μέσα στο πλαίσιο της φόρμουλας των δύο κρατών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου